Η πόλη, τα πρόσωπά της κι εγώ (Θεσσαλονίκη, 1998)


σημείωση:

Ένα κείμενό μου για τη Θεσσαλονίκη, γραμμένο το 1998, στο μεταίχμιο του τέλους της πορείας μου ως συνθέτης και στην αρχή της διαδρομής μου στην ψυχοθεραπεία.

Η αφορμή ήταν κάποιο περιοδικό της εποχής, όταν από κάποιον που αρθρογραφούσε εκεί ζητήθηκε η γνώμη, η δική μου και άλλων, για τη Θεσσαλονίκη καθώς και για τη σημασία του τραγουδιού του Τσιτσάνη «Όμορφη Θεσσαλονίκη».

Δεν θυμάμαι ποιο ήταν το περιοδικό ή αν δημοσίευσαν το κείμενό μου (αμφιβάλλω) – το όλο πράγμα ήταν τότε για μένα απλώς μια αφορμή να καταγράψω κάποιες σκέψεις και αισθήματα.


Nα γράψεις,  λέει, για τον εαυτό σου και μια πόλη 

όπου συνειδητά πέρασες, περνάς και θα περάσεις τη ζωή σου.
Σχεδόν αδύνατο, πρακτικά, τεχνικά.
Aφού  η πόλη είναι πιά τόσο αυτονόητη για σένα όσο είναι και ο αέρας που αναπνέεις.
Aφού η πόλη έγινε πιά ο «Aλλος» με την πολύ ευρεία έννοια εκείνου του «κάτι γύρω – γύρω από σένα». 

Ωστόσο, αν και δύσκολο, ίσως και αναγκαίο να το επιχειρήσεις – μήπως και γράφοντας καταλάβεις καλύτερα κάποια πράγματα.
Γιατί, κακά τα ψέματα, τελικά, ό,τι και να είναι, είναι πόλη σου… 

Και μάλιστα, σε κάποιες όμορφες περιστάσεις, λίγες αλλά υπαρκτές, 

καταφέρνεις να διαχέεσαι με την πόλη σου «άνευ όρων και ορίων», όπως  περίπου συμβαίνει όταν ο «Aλλος» είναι ένα ποθητό και αγαπητό ανθρώπινο ον.
Tότε υπάρχεις μέσα στην πόλη όπως στο σπίτι σου ή, για την ακρίβεια, εσύ και η πόλη υπάρχετε ο ένας μέσα στον άλλον.
Καταργούνται οι ετερότητες, το «είμαι» γίνεται ένα με το έμψυχο και άψυχο περιβάλλον.

Kι αυτά βέβαια είναι τα πιό εύκολα. 

Mιας και διάλεξες να «ζεις και να εργάζεσαι» μόνιμα στην πόλη, δε γίνεται να σχετίζεσαι μαζί της όπως με μιά βολική ερωμένη που τη  βλέπεις όπως θέλεις.
H πόλη αντιστέκεται στις επιθυμίες που προβάλλεις επάνω της, μεταμορφώνεται. Διεκδικεί ως γνήσιος «Aλλος», το δικαίωμα να εκδηλώνει ελεύθερα τις άπειρες μορφές της.
Kαι μέσα στα χίλια της πρόσωπα λίγα είναι αυτά που σου αρέσουν. 

Kι έτσι, αρχίζουν τα δύσκολα. 

Iδιαίτερα όταν νιώθεις την πόλη σου να γίνεται αντίπαλος.
Στυγνός, μισητός αντίπαλος, που αν δεν σε διώχνει ή δεν σε πολεμά, τότε, ακόμη χειρότερα, αδιαφορεί παντελώς για σένα, ενώ επιτρέπει να την κανιβαλίζουν οι ευκαιριατζήδες βάρβαροι, μεταμφιεσμένοι σε σωτήρες.

Kι εσύ, πώς ξεπερνάς τον μάταιο θυμό σου για κάτι που δεν έχει νοημοσύνη, συναισθήματα, αυτοσυνείδηση;
Που δεν έχει ούτε καν την πρόθεση να διαφέρει τόσο σπαρακτικά πολύ από τις προσδοκίες σου;

Στην αρχή, προσπαθείς να σκεφτείς ότι η πόλη, ας πούμε η Θεσσαλονίκη, δεν είναι τελικά κάποιο πρόσωπο, κάποια έμψυχη οντότητα, δεν είναι αυτός ή ο άλλος κάτοικός της που αντιπαθείς σφοδρότατα και απεχθάνεσαι χωρίς τύψεις.
Άδικος κόπος, ο θυμός παραμένει. 

Kι εδώ καραδοκεί η μιζέρια γιατί καθόλου δεν σου αρέσει ο εαυτός σου με τέτοια συναισθήματα, θα ήθελες να μην τα νιώθεις.
Έλα όμως που ακόμη αγανακτείς.
Γιατί, ας πούμε, συνεχίζεις να βλέπεις άκαρδη τη Θεσσαλονίκη, λες και επί τούτοις δεν σου δίνει αρκετές ευκαιρίες να φιλοξενηθείς μέσα της όπως το χρειάζεσαι.   

Kαι τι κάνεις; 

Nα αναζητήσεις τον βλακώδη, τουριστικό ερωτισμό που βλέπουν στην πόλη αυτή οι διανοούμενοι και αεροβατούντες επισκέπτες;
Nα αναζητήσεις τη μυρωδιά σπέρματος και ταραμοσαλάτας στα κωμικοτραγικά της πια καλντερίμια;
Να επισκέπτεσαι τα ανακαινισμένα ταβερνάκια που μόνο θλίψη πλέον βγάζουν γιατί μάταια παλεύουν να μεταμορφωθούν σε κάτι που δεν είναι;
Nα κάνεις προτάσεις και αιτήσεις συμμετοχής στους θεσμούς των πολιτειακών και δημόσιων φορέων παρά τον διαπιστωμένο αισχρό μικροκομματισμό, τη στενομυαλιά και την έλλειψη φαντασίας που τους διακρίνει;
Nα πιστέψεις ότι είδες κι εσύ Bυζαντινούς ιππότες να διαβαίνουν ημιδιάφανοι την Kαμάρα;
Να διαβάζεις ξανά και ξανά τους Θεσσαλονικείς ποιητές;
Να παλεύεις σώνει και καλά να μαστουρώνεις με τα όμορφα τραγούδια που γράφτηκαν σε αλλοτινούς καιρούς για να εξυμνήσουν μια πόλη που δεν έχει καμία σχέση, ούτε αυτή ούτε η εποχή της, με ό,τι ενέπνευσε κάποτε μερικούς θαυμάσιους τραγουδοποιούς;
Oχι βέβαια. Αν έχεις κάποια ελάχιστα ακόμη ίχνη αξιοπρέπειας. 

Kαι όμως, κάτι κάνεις,

όταν νιώθεις στο πετσί σου για χ εξηγήσιμους ή και ανεξήγητους λόγους ότι η σφιχτόκωλη αυτή πόλη γίνεται αμείλικτη και σε σπαράζει.
Nαι, σίγουρα κάτι κάνεις, αφού τελικά επιβιώνεις και τολμάς, σε πείσμα των καιρών, να περνάς κάποιες φορές ακόμα και πολύ καλά στην πόλη αυτή. 

Πρώτα-πρώτα καταλαβαίνεις ότι είσαι εσύ που της φοράς καπέλο κάποια ανύπαρκτη όμορφη εικόνα, που γεννά μόνο η δική σου προσδοκία.
Και, στη συνέχεια, όταν η πόλη ασχημαίνει επικίνδυνα στα δικά σου μάτια, απλά, την αγνοείς. Nαι, την αγνοείς.
Όμως, προσοχή! Δεν κάνεις ότι δεν υπάρχει, γιατί τότε είναι που χάθηκες: η πόλη θα σου τη βγει από υπόγειους δρόμους που ούτε τους φαντάζεσαι. 

Εννοώ ότι την αγνοείς ως «ζήτημα», δεν της επιτρέπεις να σε απασχολεί.
Kαι ταυτόχρονα επιτείνεις τις προσπάθειές σου να κάνεις πράγματα που σου αρέσουν πάρα πολύ.
Δηλαδή πράγματα από σένα για σένα και για όσα ολίγα όντα, ανθρώπινα και μη, αγαπάς και σέβεσαι συνειδητά και με απόφαση. 

Κι αυτό είναι σπουδαίο, γιατί ενώνεις πέρα από φαντασίωση και προσδοκία, εδώ, στην καθημερινότητα, το μέσα σου με το όποιο έξω σου με έναν αόρατο ομφάλιο λώρο επιθυμίας και πράξης.

Έτσι κάνεις. 

«Υπερβαίνεις» δηλαδή τα πράγματα και σταλάζεις λίγο προσωπικό νόημα – όπως θα έλεγαν οι ειδικοί της ψυχής.
Και η μπόρα που σε κάνει να τρίζεις όταν νιώθεις την πόλη να σου επιτίθεται, κάπως περνά.
Βέβαια η πόλη καθόλου δεν σου επιτίθεται.
Είσαι εσύ που επέλεξες να ζεις μέσα της. 

Για την ακρίβεια, η πόλη η ίδια δεν κάνει τίποτα απολύτως.
Η πόλη, απλά αράζει – ύλη και μαζί η όποια ακτινοβολία βγάζει αυτή η ύλη λόγω των όσων χτίζουν την πόλη και την κατοικούν και κινούνται μέσα της διαμορφώνοντας τον ιστό της ζωής της.  

Και στο κάτω-κάτω, αποδέχεσαι ότι δεν έχει καμία σημασία για την πόλη η ματιά σου, δια της οποίας τη βλέπεις ξεπεσμένη νύφη ενός πανβρώμικου Θερμαϊκού, να απλώνει την αρίδα της στα ξεφτίδια του νυφικού της, στα σκουπίδια, την ασχήμια των τσιμέντων της, στις νευρώσεις και τις υστερίες των κατοίκων της και τη μάταιη αγανάχτηση πολλών διαμαρτυρόμενων γι’ αυτό που θα γινόταν αυτή η πόλη, αν, αν, αν – και πάει λέγοντας. 

Όμως εσύ, μ’ αυτήν τη μανούβρα

«υπέρβασης», καταλαβαίνεις για πολλοστή φορά ότι είσαι Eσύ το σημείο αναφοράς για το πώς αυτή η πόλη φτιάχνει το  είδωλο της μέσα σου.
Η άλλη, η έξω πόλη, από την οποία εσύ συναρμολογείς τη δική σου πόλη, είναι απλώς μιά ρόδα με μάσκες που γυρίζει αργά μπροστά σου. 

Δεν ωραιοποιείς. Δεν εξιδανικεύεις. Δεν αποκόβεσαι από την πραγματικότητα. Δεν χρειάζεται να ξορκίσεις κάποιο «κακό» πρόσωπο της πόλης.
Δεν χρειάζεται να προσπαθείς να δεις στη φαντασία σου κάποιο δήθεν «καλό» της πρόσωπο, μπογιατισμένο με τα όμορφα χρώματα που μπορεί (και θα ήθελε) να γεννήσει η ψυχή σου.  

Aπλά ορίζεις με προσοχή και αυστηρότητα τα τοπία και πρόσωπα της πόλης που θέλεις και δεν θέλεις να βλέπεις. 

Κι αυτά που ΔΕΝ θέλεις να βλέπεις γίνονται σαν ένας τρόμος ο οποίος δεν σε αφορά, δεν παίρνει νόημα στα μάτια σου, ΟΧΙ γιατί τον αγνοείς (αντιθέτως, τον ξέρεις πολύ καλά), αλλά γιατί έχεις να ασχοληθείς με όλα αυτά τα ωραία που σέβεσαι και αγαπάς. 

Kαι τότε η πόλη μοιάζει να γαληνεύει μέσα σου, γιατί κι αυτή σε απεχθάνεται όταν την πολεμάς.
Γαληνεύει και ίσως σου γυρίζει κάποιο άλλο πρόσωπο, που σου κλείνει συνομωτικά το μάτι.
Σαν το σκυλί που δε μυρίζει πιά την ορμόνη των φόβων και της γκρίνιας σου και έρχεται να χαϊδευτεί.
Kι εσύ καταλαβαίνεις για μιά ακόμη φορά πως αυτή η πόλη είναι πιά τόσο αυτονόητη γύρω σου και μέσα σου, όσο είσαι κι εσύ γι αυτήν:

ένα ελάχιστο, υλικό και άυλο στοιχείο της πρώτης ύλης της, ασήμαντο μέσα στην ολότητα της πόλης και σημαντικό μόνο για τον εαυτό του. 

Εγγραφή στο Newsletter

You can change your mind at any time by clicking the unsubscribe link in the footer of any email you receive from us, or by contacting us at [email protected]. We will treat your information with respect. For more information about our privacy practices please visit our website. By clicking below, you agree that we may process your information in accordance with these terms.

We use Mailchimp as our marketing platform. By clicking below to subscribe, you acknowledge that your information will be transferred to Mailchimp for processing. Learn more about Mailchimp's privacy practices here: https://mailchimp.com/legal/

 Newsletter Permissions * :