Το Playback Θέατρο, η “ψυχοθεραπεία” και η “θεραπεία”

Αυτό είναι το ΤΡΙΤΟ ΑΡΘΡΟ της κατηγορίας περί Playback Θεάτρου, η οποία περιλαμβάνει 3 άρθρα για το πώς βλέπω με το πρίσμα της PSP το Playback Θέατρο: (α) τη φιλοσοφική που στηρίζει την πράξη και την εκπαίδευση σε αυτό, (β) τα πολλαπλά σημαντικότατα επίπεδα στα οποία λειτουργεί (χωρίς να είναι το ίδιο μία “ψυχοθεραπεία” – το θέμα αυτό αναπτύσσεται αμέσως παρακάτω).   

Σημείωση:
Μέσω αυτού του ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ, μπορείτε να δείτε ένα άρθρο μου (ΜΟΝΟ σε pdf και στα ΑΓΓΛΙΚΑ) βασισμένο στην ύλη του ανέκδοτου ακόμη βιβλίου μου “Relational Playback Theatre in the PSP approach”. Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό: “The Journal of practical psychologist” (Ρωσία).


 

{Α} Το Playback Θέατρο δεν είναι ψυχοθεραπεία, ακόμα και αν λειτουργεί “θεραπευτικά” με την ευρεία έννοια της λέξης.

Στην PSP, το πρώτο που μπορούμε να πούμε όσον αφορά στο Playback Θέατρο και την ψυχοθεραπεία, είναι ότι από μόνο του το Playback Θέατρο δεν συνιστά κάποιας μορφής ψυχοθεραπεία.
Κι αυτό, γιατί θεωρώ ότι η τέχνη, αυτόνομη, χωρίς να συμπράττει με κάποια ψυχοθεραπευτική προσέγγιση, δεν σχετίζεται πρωτογενώς με την ψυχοθεραπεία, άσχετα από τις εν δυνάμει “θεραπευτικές” επιδράσεις οποιασδήποτε αισθητικής εμπειρίας.

Συγκεκριμένα, πιστεύω ότι, ως “θεραπευτικό”, μπορεί να θεωρηθεί κάτι που ασκεί ευεργετική καθ’ οιονδήποτε τρόπο επίδραση (μία παράσταση, ένα μασάζ, μία συζήτηση μ’ έναν κοντινό φίλο ή κάποιο αγαπητό πρόσωπο, η γυμναστική, ένας περίπατος στη φύση, κλπ).
Από την άλλη όμως μεριά, κάθε σοβαρή ψυχοθεραπευτική προσέγγιση χαρακτηρίζεται από συγκεκριμένη φιλοσοφία, στόχους, δομή, μεθοδολογία και πρακτική.

Οπότε, κάτι που είναι “θεραπευτικό” ΔΕΝ είναι αναγκαία και ψυχοθεραπεία.
Έτσι, η τέχνη από μόνη της δεν καλύπτει τις προϋποθέσεις για να ονομαστεί “ψυχοθεραπεία”, όσο “θεραπευτικές “και αν είναι οι επιδράσεις της.

Έτσι, τελικά, θα έλεγα ότι το Playback, ως τέχνη, σίγουρα μπορεί εν δυνάμει να έχει πολύτιμες “θεραπευτικές” (αλλά όχι “ψυχοθεραπευτικές”) επιδράσεις. 

{Β} Το Playback Θέατρο μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βοηθητικό εργαλείο σε κάποιες περιπτώσεις ομαδικής ψυχοθεραπείας.

Ωστόσο, αν και ΔΕΝ μπορεί να χρησιμοποιηθεί το ίδιο ως αυτόνομη ψυχοθεραπεία, μπορεί να φανεί εξαιρετικά χρήσιμο, ως βοηθητικό εργαλείο, σε κάποιες περιπτώσεις διαφόρων προσεγγίσεων ψυχοθεραπείας.

Ακριβολογώντας, μπορεί να φανεί χρήσιμο ως ένας τρόπος, όπως και τόσοι άλλοι τρόποι, να υποστηριχθεί ή να αναδευτεί η ψυχοθεραπευτική διαδικασία κάποιας προσέγγισης (ως «ζέσταμα», στην εποπτεία, στο κλείσιμο μιας περιόδου ζωής της ομάδας θεραπείας, κλπ).

Στη Θεσσαλονίκη, με τις ομάδες T!NG και AquNa This, πειραματιστήκαμε αρκετές φορές με διαφορετικούς τρόπους, όσον αφορά στην απλή συμπληρωματική σύμπραξη του Playback με την ομαδική ψυχοθεραπευτική διαδικασία.
Το Playback συμπλήρωσε λειτουργικότατα αυτή τη διαδικασία, με εξαιρετικά αποτελέσματα, σε ειδικές συναντήσεις με αρκετές κλειστές ομάδες ψυχοθεραπείας και εποπτείας.

Παίξαμε με υλικό που προέκυψε από προσωπικά θέματα μελών των ομάδων αυτών, όπως και θέματα της δυναμικής των ομάδων ή κάποιου συγκεκριμένου σταδίου της ζωής τους.
Τα γεγονότα του Playback συνοδευόταν, είτε ο καθένα είτε ανά δύο ή τρία, με ψυχοθεραπευτική επεξεργασία της εμπειρίας των εκδραματίσεων.

Επίσης, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσίασε και η αναγκαία συνεργασία του ψυχοθεραπευτή – συντονιστή της ομάδας για την οποία παίζαμε, με τον συντονιστή της ομάδας Playback.
Κι ακόμη μεγάλη πρόκληση ήταν η δημιουργία της ιδιαίτερης δομής της “παράστασης”, την οποία σχεδιάζαμε κάθε φορά με πολλή προσοχή, ανάλογα με τις εκάστοτε συνθήκες και ανάγκες της ομάδας για την οποία παίζαμε.

Εδώ, δεν είναι δυνατόν να μείνουμε περισσότερο σε αυτό θέμα, των δυνατοτήτων του Playback να λειτουργήσει ως συμπληρωματικό εργαλείο ψυχοθεραπευτικών ή και οποιωνδήποτε άλλων παρεμβάσεων. 
Kαθαρά ενδεικτικά, και χωρίς να θέλω να αδικήσω όλους τους άλλους που ασχολούνται συστηματικά με αυτήν την κατεύθυνση, γνωρίζω ότι ήδη δουλεύουν με διάφορες πτυχές της:
η E. Zadryazhskaya, ο J. Paradi, η Ιταλική ομάδα Meta Playback Theatre (και ειδικότερα ο F. Radaelli, η O. Sanachina, ο Λ. Γιώτης, κάποια μέλη της Ελληνικής ομάδας Hellenic Playback Theatre, η Ευφροσύνη Κιατικίδου, η Όλγα Κατσιώκαλη. 

{Γ} “Ευκαιρία – αυθεντικότητα”, ως οι δύο γενικές και βασικές θεραπευτικές (όχι “ψυχοθεραπευτικές”) όψεις του Playback.

Σε αυτήν την ενότητα θα ασχοληθούμε με δύο γενικότερες και ανεκτίμητες όψεις του Playback που πιστεύω ότι λειτουργούν “θεραπευτικά”,.
Βέβαια, σημειώνω και πάλι ότι το ίδιο το Playback δεν αποτελεί ψυχοθεραπεία ούτε και κάποιας μορφής “θεραπεία μέσω τέχνης” (εφόσον κάτι που λειτουργεί θεραπευτικά, με την ευρεία έννοια, δεν είναι ταυτόσημο με “ψυχοθεραπεία”).
Ωστόσο, προσωπικά, πιστεύω πως αυτές οι δύο θεραπευτικές όψεις του Playback στις οποίες αναφέρονται οι επόμενες παράγραφοι, συγκροτούν ένα δίπτυχο – πηγή οποιαδήποτε επί μέρους ευεργετική λειτουργία αυτής της τόσο ιδιότυπης αυτοσχεδιαστικής πράξης. 

(Γ1) Το Playback – ευκαιρία συνάντησης.

Η μία από αυτές τις όψεις, είναι η ιδιότυπη δυνατότητα δια-υποκειμενικής σύμπραξης που παρέχει το Playback.
Συναντιόμαστε, και χτίζοντας τον ενδιάμεσο χώρο της παράστασης, παράγουμε μία κοινή δια-υποκειμενική συνείδηση, μέσα από την οποία μοιραζόμαστε και διευρύνουμε την φανερή και κυρίως την άδηλη γνώση μας για τη ζωή (ό,τι γνωρίζουμε για τον κόσμο και δεν μεταφέρεται συνειδητά με λόγια και λογικά πρότυπα).

Μέσα στην γενικότερη καταναλωτική υποκρισία και τεχνοκρατική στειρότητα των καιρών μας, βρίσκω ότι η ευκαιρία της δια-υποκειμενικής συνάντησης που προσφέρει το διαλογικά ασφαλές και ανθρώπινα ευγενικό πλαίσιο του Playback, είναι κυριολεκτικά ένα ανεκτίμητο δώρο.
Και μάλιστα, πόσο μάλλον αν αν σκεφτούμε την απλότητα, το βάθος και τη δύναμη στην οποία μπορεί να φτάσει η εμπειρία αυτής της συνάντησης.

Σε κάθε βήμα της αυτοσχεδιαστικής εξέλιξης της παράστασης, η παρούσα κατάσταση του δια-υποκειμενικού της πεδίου, “αμφισβητείται”.
Αυτό που συμβαίνει τώρα, κατά κάποιον τρόπο κλονίζεται, καθώς γίνεται το έδαφος για να προκύψει το επόμενο, απρογραμμάτιστα και αποκλειστικά μέσα από την αναπτυσσόμενη δυναμική της παράστασης.
Η “τάξη” της παράστασης διαρκώς ανασυντάσσεται, εναλλάξ με στιγμές αμφιβολίας και ασάφειας. Και όσο τα πράγματα τρέχουν, τόσο το σχεσιακό δίκτυο της παράστασης γίνεται πιο συμπαγές και πιο συνεκτικό.

Το Playback λειτουργεί εξορισμού θεραπευτικά, γιατί είναι σχεσιακό.
Το χτίσιμο του δια-υποκειμενικού πεδίου της παράστασης Playback, είναι από μόνο του ευεργετικό (η ανάπτυξη της δια-υποκειμενικότητας αναγνωρίζεται πλέον σαν μία βασική ανθρώπινη ανάγκη). Θεατές και ηθοποιοί μαθαίνουν ότι μπορούν να να δουλέψουν μαζί και να φτιάξουν φανερά και άδηλα τον ενδιάμεσο χώρο της συνάντησής τους, εξερευνώντας τρόπους να συνυπάρχουν ενεργητικά στο πλαίσιο που ορίζει το Playback για αυτόν τον σκοπό.

Βέβαια, σε κάθε παράσταση, υπάρχουν σίγουρα στιγμές που φαίνεται σα να “σκοντάφτει” η εξέλιξη αυτής της συνεργασίας.  
Εκείνος ο ηθοποιός δεν αξιοποίησε την εξαιρετική ευκαιρία που του έδωσαν οι άλλοι δύο.
Εκείνος ο αφηγητής, παρά τις προσπάθειες του συντονιστή, επιμένει να μην φέρνει κάτι προσωπικό.
Ή, φαίνεται σαν ολόκληρη η ομάδα να μην μπορεί να συντονιστεί με τον σφυγμό των θεατών, κοκ.
Όμως και αυτές οι στιγμές, δεν είναι παρά κάποιες φυσιολογικές καταστάσεις του δια-υποκειμενικού πεδίου της παράστασης.
Είναι μέρος της διαδρομής της παράστασης, που χαράχτηκε ανάμεσα σε όλες τις άλλες που ήταν πιθανές.
Και αυτή η διαδρομή είναι “καλή” ή “κακή” μόνον ανάλογα με το νόημα που της δίνει η ματιά του καθενός μας.

(Γ2) Το Playback – “παιχνίδι”: αυθορμητισμός και αυθεντικότητα.

Όσον αφορά τώρα στη δεύτερη γενικότερη θεραπευτική όψη του Playback, τη βλέπω στον τρόπο με τον οποίο γίνεται πράξη η ευκαιρία συνάντησης που μας προσφέρει: στο Playback, συναντιόμαστε με τον Άλλον μέσα από την απόλαυση του αυθεντικού μη-προγραμματισμένου “παιχνιδιού”.

Όχι μόνο με την έννοια της διασκέδασης (του “περνώ καλά, όμορφα”), αλλά επίσης με αυτήν την αίσθηση της ευχάριστης εγκατάλειψης στο “παιχνίδι” της αυθόρμητης συνάντησης με τον Άλλον (αρκετά κοντά στην αυθεντική και βαθιά απόλαυση των παιδιών που συναντιούνται για να παίξουν, απόλυτα παρόντα στη διαδικασία του παιχνιδιού τους).

Στο Playback, ηθοποιοί και θεατές, καλούμαστε να απολαύσουμε “παίζοντας” μεταξύ μας.
Απλά, δεν έχουμε κούκλες, σπιτάκια και αυτοκινητάκια.
“Παίζουμε” φτιάχνοντας προσωπική εμπειρία και συνδημιουργώντας νοήματα σε συλλογικό επίπεδο, ενώ το παιχνίδι μας συντελείται μέσα στον σχεσιακό χώρο της επαφής και επικοινωνίας μας.

Όσον τώρα αφορά το φανερό υλικό του παιχνιδιού μας, θα έλεγα ότι είναι οι μακρο-ιστορίες μας.
Ενώ το “κρυμμένο” υλικό του, είναι οι αόρατες μικρο-ιστορίες της αλληλεπίδρασής μας.

{Δ} Κάποιες ακόμη επί μέρους θεραπευτικές (όχι ψυχοθεραπευτικές) όψεις του Playback

Για την PSP, όπως ήδη σημειώσαμε, οποιεσδήποτε επί μέρους θεραπευτικές λειτουργίες του Playback μπορούμε να φανταστούμε, εκπορεύονται από τον παραπάνω γενικότερο πυρήνα που συγκροτεί το δίπτυχο “ευκαιρία – αυθεντικότητα”.
Εδώ, σημειώνω ενδεικτικά κάποιες από αυτές τις λειτουργίες.

(Δ1) Playback και η σημασία της μικρο-κλίμακας των συναντήσεών μας.

Μία θεραπευτική λειτουργία του Playback βλέπω να είναι πως μας φέρνει μια βαθιά αίσθηση ζωής μέσα από απλές διαδικασίες.
Μας θυμίζει πως αυτή η αίσθηση βρίσκεται μάλλον στην αυθεντικότητα με την οποία συμμετέχουμε στα γεγονότα της ζωής μας, παρά στα περιεχόμενα των γεγονότων αυτών.
Μας θυμίζει να τιμούμε την οικονομία, τη σημασία, την ομορφιά και την αλήθεια της μικρής κλίμακας των συναντήσεών μας στον άμεσο, παρόντα χρόνο.

Η παράσταση Playback, μέσα στην αυθεντικότητά της, είναι λιτή.
Δεν είναι μεγαλόστομη. Δεν φτιάχνει θεωρίες για τη ζωή, δεν επιχειρεί να ονομάσει φιλοσοφικά μεγάλες αλήθειες, δεν βγάζει συμπεράσματα, παρά μόνο αγγίζει βιωματικά τις διαδικασίες της ζωής.
Και αυτό είναι θεραπευτικό γιατί μας βγάζει από τους λαβυρίνθους του μυαλού μας και από τις σύνθετες έγνοιες μας, θυμίζοντάς μας πόσο σημαντικό είναι να νιώθω απλά ζωντανός, απλά πως “ζω”.

Η παράσταση εξελίσσεται με απλότητα, όμως μέσα από τα πολλά μικρά γεγονότα της παράστασης, γευόμαστε εκείνη την ξεχωριστή πικρόγλυκη αίσθηση της ζωής που τρέχει, άσχετα από το πώς φανερώνεται στον καθένα μας, και άσχετα από το πώς εμείς κατά καιρούς τη χρωματίζουμε με τα μάτια μας.

(Δ2) Playback και ανάγκη για καθολικότερα νοήματα.

Τα γεγονότα της ζωής μιας ανθρώπινης ύπαρξης είναι σταγόνα στον ωκεανό, ένας κόκκος άμμου μέσα σε απείρου μεγέθους άλλα συμπαντικά γεγονότα.
Και όμως.
Τιμώντας στο Playback ακριβώς αυτήν τη σταγόνα, η λάμψη της ενίοτε αγγίζει καθολικότερα και πανανθρώπινα νοήματα.
Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι το Playback αναδεικνύει νοήματα κοινά για όλους μας.

Σημαίνει ότι μάλλον, αγγίζει την κοινή ανάγκη όλων μας, κάπως να χρωματίζουμε προσωπικά, στην ατομική μας πραγματικότητα, νοήματα σημαντικά, οντολογικής φύσης, που απασχολούν κάθε ανθρώπινο ον – εξού και ο χαρακτηρισμός τέτοιων νοημάτων σαν “καθολικά”.
Οπότε, αυτή η θεραπευτική λειτουργία του Playback αφορά την ευεργετική αίσθηση της συνάντησής μας, όπου βλέπουμε πως δεν είμαστε μόνον εμείς που αναζητούμε σχήμα, σκοπό στη ζωή.

Ταυτόχρονα, ο χώρος που παρέχει το Playback σε όλες τις “φωνές” της παράστασης, μας δείχνει πως το κοινό μας σημείο δεν είναι το είδος του σχήματος που βλέπουμε μαζί στη ζωή, αλλά μάλλον η αμοιβαία ανάγκη μας να το ανακαλύψουμε ο καθένας για τον εαυτό του.

(Δ3) Playback και εμπιστοσύνη στις διαδικασίες της ζωής.

Στο Playback, η ανθρώπινη συνάντηση δεν ακολουθεί κανένα προϋπάρχον σχέδιο.
Και καθώς αυτοσχεδιάζουμε αμοιβαία τη συνάντησή μας,  φτιάχνουμε μαζί τον προορισμό μας, μέχρι να βγούμε από την αίθουσα.
Έτσι, στο πλαίσιο της παράστασης, έχουμε την ευκαιρία να βιώσουμε τα επίσης αυτοσχεδιαστικά πρότυπα (patterns) όλων των μικρών και μεγάλων διαδικασιών της ζωής.
Φυσικά, σε άλλη κλίμακα, και μάλλον με έναν συμβολικό τρόπο.

Όμως στα πρότυπα της εξέλιξης της παράστασης, δεν παύουν να αντικατοπτρίζονται όσα χαρακτηρίζουν την αυτοσχεδιαστική φύση της ζωής: το φυσιολογικά άγχος, η ασάφεια, η αμφιθυμία, η ανάγκη κινητοποίησης και δράσης, το ρίσκο, ο πειραματισμός, η βαθιά δημιουργικότητα.

Και όλα αυτά, για να γίνουν γόνιμα στοιχεία της διαδρομής μας, χρειάζονται έναν βασικό καταλύτη: την εμπιστοσύνη μας στο προχώρημα των πραγμάτων.
Δεν μιλώ για την πίστη στη “θετική” όψη τους ούτε για την αφελή πίστη σε κάποιο γονεϊκού τύπου σύμπαν που θα μου φέρει κάτι απλώς γιατί εγώ το επιθυμώ πολύ.
Πρόκειται απλά για την εμπιστοσύνη στο γεγονός πως τα πράγματα έτσι κι αλλιώς αλλάζουν.
Ίσως όχι πάντα και αμέσως προς το καλύτερο.
Πάντως, αλλάζουν.
Ακόμη και αν τα σενάρια της ζωής μου φαντάζουν στο νου μου αμετάβλητα (μια χρόνια αρρώστια, μια “κολλημένη” κατάσταση, κοκ), ο τρόπος που εγώ τα βιώνω στιγμή-στιγμή, αλλάζει.  

Έτσι, ακόμη και αν τα γεγονότα δείχνουν βαλτωμένα, η συνολική εμπειρία μου από αυτά πάντα εξελίσσεται, προχωρεί, έστω και αν αυτό συμβαίνει άδηλα, στα μη-συνειδητά της επίπεδα.
Στο Playback έχουμε την ευκαιρία να βιώσουμε άμεσα την πολυτιμότητα της εμπιστοσύνης σε αυτού του είδους τις μη γνωστικές διαδικασίες, να δούμε πώς κινούνται τα πράγματα ακριβώς όταν εμείς τους επιτρέπουμε να προχωρούν χωρίς έλεγχο και κατευθυντικότητα.

Ένας ακόμη λοιπόν λόγος που το Playback λειτουργεί θεραπευτικά, είναι γιατί μας διδάσκει αυτήν την βαθιά υπαρξιακή εμπιστοσύνη στην ίδια τη διαδικασία της αλλαγής.
Και ταυτόχρονα, θυμόμαστε τη θεμελιώδη ζωικότητα, την ψυχικά θρεπτική αναστάτωση και ένταση της αυθόρμητης συμμετοχής στα γεγονότα της ζωής μας.

(Δ4) Αποδοχή, επιβεβαίωση, διαφορετικότητα: το ένα και το όλον, το πρόσωπο-φορέας της ιστορίας.

Το Playback ενέχει από τη σύλληψή του πεντακάθαρο το διαλογικό στοιχείο της αποδοχής (αυτού που είμαι) και της επιβεβαίωσης (αποδοχή και αυτού που εν δυνάμει μπορώ να γίνω).
Από τη “φιλοξενία” αυτή που προσφέρει το Playback, υπάρχουν πάντα δυσαρεστημένοι και ευχαριστημένοι θεατές και ηθοποιοί.
Όμως το Playback δεν είναι για να “τέρπει” επιδερμικά τους θεατές, ή για να τους κάνει να συμφωνήσουν μεταξύ τους.

Στην PSP, το Playback, προορίζεται από τη φύση του κυρίως να “χωρά” στον συλλογικά φτιαγμένο ενιαίο χώρο της παράστασης τις πολλαπλές προσωπικές εμπειρίες, χωρίς αναγκαία να συμφωνούν μεταξύ τους, ακριβώς επειδή είναι μοναδικές.
Και αυτό το αίσθημα, ότι είμαι χωρίς προϋποθέσεις δεκτός σε έναν χώρο ευρύτερο από την ατομικότητά μου, είναι μία σπάνια πολυτέλεια στις μέρες μας, ένα άκρως θεραπευτικό χάδι, που η ύπαρξή μας το δέχεται κατά την παράσταση με ανακούφιση.

Είναι μια τέτοια λειτουργία του που κάνει το Playback μοναδικό και ξεχωριστό ανάμεσα σε άλλες ανάλογες με το Playback σκηνικές προσεγγίσεις.
Τέτοιες προσεγγίσεις οι οποίες, από τη μια μεριά ενδιαφέρονται επίσης πρωταρχικά να ξανα-ανακαλύψουν τη σημασία της προσωπικής ιστορίας.
Όμως, από την άλλη μεριά, ενώ τονίζουν την προσωπική ιστορία, συχνά αφήνουν κατά μέρος το πρόσωπο, τον φορέα της ιστορία.

Το Playback, αντίθετα, φέρνει στο προσκήνιο όχι μόνο τη ιστορία αλλά και το ίδιο το πρόσωπο που την εκφράζει, βλέποντας τον κάθε αφηγητή σαν ένα μοναδικό και οργανικό συστατικό του πεδίου της παράστασης.

(Δ5) Η οριζόντια διάσταση του Playback και η ευρύτερη, “κοινωνικά” θεραπευτική λειτουργία του.

Ο Jonathan Fox σημειώνει πως σήμερα, που τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι όλο και πιο αποδεκτά, είναι εξαιρετικά σημαντικό να ακούμε ο ένας τον Άλλον, να ακούμε τις καθημερινές εμπειρίες βίας, καταπίεσης, σεξισμού, ρατσισμού, προκατάληψης, ιδιαίτερα όσοι από εμάς δεν μπορούμε να φανταστούμε ότι υπάρχουν.

Πόσο μάλλον, συνεχίζει ο Fox, αν σκεφτούμε ότι η ιστορία μας γράφεται αλλοιωμένη, καθώς “ξεπλένεται” σύμφωνα με τα συμφέροντα των ισχυρών.
Κι ακόμη, για τον Fox, το Playback ανοίγει θαρραλέα τα ανομολόγητα συλλογικά ”μυστικά” του ιστορικού παρελθόντος, τα οποία υπάρχουν καλά φυλαγμένα σε κάθε χώρα, χρωματίζοντας το παρόν της και περιορίζοντας το μέλλον της.

Έχει λοιπόν μεγάλη σημασία να υπάρχει κάποιος χώρος που παρέχει τη ευκαιρία να γράφεται επίσης και η ”ανεπίσημη ιστορία”, ιδιαίτερα όσων είναι ανίσχυροι και χωρίς δυνατότητα να ακουστούν.

Από αυτήν την άποψη, βλέπουμε τη σημασία μιας “οριζόντιας” διάστασης του Playback, στην οποία το κάθε «πρόσωπο» θεωρείται δυναμικά σχετιζόμενο με όλα τα άλλα πρόσωπα της παράστασης. 
Πράγματι. Καθώς το άτομο αφηγείται και βλέπει την ιστορία του να ζωντανεύει,  βγαίνει μπροστά.
Οπότε, η φωνή του ακούγεται στον χώρο που παρέχει το Playback, κι αυτό σημαίνει ότι παρέχεται η ευκαιρία να αναδειχθούν ακόμη και οι δυνάμεις του κοινωνικού πεδίου που παραμένουν πιεσμένες.

Είναι σαν κάτι χαμένο μέσα σε κάποιο φόντο (μια άσπρη κηλίδα σε άσπρο χαρτί), να αναδεικνύεται, να γίνεται αναγνωρίσιμη μορφή (όπως συμβαίνει όταν η κηλίδα πάρει συγκεκριμένο σχήμα και χρώμα). 

Έτσι, θα λέγαμε ότι το Playback προχωρά πέρα από τα όρια της παράστασης, αγγίζοντας τη δυναμική της ευρύτερης συλλογικής μας πραγματικότητας.
Ταυτόχρονα, αποκτά και μία ακόμη θεραπευτική λειτουργία: γίνεται ένας χώρος όπου το άτομο καθρεφτίζει και εξερευνά την ταυτότητά του ως προς διάφορες κοινωνικές μεταβλητές. 

(Δ6) Το Playback και η ανανέωση των όψεων Εαυτού.

Στο Playback, αν δεν φοβόμαστε την αυθεντικότητα (το να βάζουμε προσωπικά στοιχεία στην εμπειρία μας), ανακατατάσσονται διάφορες όψεις του Εαυτού μας καθώς μιλούν μεταξύ τους οι ιστορίες μας.
Ένα θεματικό μοτίβο μιας ιστορίας που ακούω διεγείρει ένα παραμερισμένο δικό μου μοτίβο ζωής.
Στο ξεχασμένο αυτό μοτίβο της δικής μου ζωής, αντιστοιχεί μία όψη Εαυτού, κάποια εν δυνάμει δυνατότητα έκφρασής μου στον κόσμο, η οποία ήταν μόλις πέρα από τα όρια της επίγνωσης.
Τώρα, αυτή η όψη μου εισέρχεται σε κεντρικότερη περιοχή της επίγνωσής μου, με τρόπο που εξαρτάται από το πώς συμμετέχω στην παράσταση (αν είμαι θεατής, αφηγητής, μέλος της ομάδας).

Η εμπειρία στο Playback τρέχει ολοζώντανη, και ο Εαυτός αναδιοργανώνεται καθώς συμμετέχει αυθόρμητα στην αφηγηματική διαδικασία.
Σαν θεατής, πλημμυρίζω από αισθήσεις και συναισθήματα που αγγίζουν ποικιλότροπα την ύπαρξή μου.
Στη συνηθισμένη καθημερινή μας ζωή δεν έχουμε συχνά αυτήν την ευκαιρία – και μάλιστα σε τόσο ευρεία κλίμακα και σε ένα προστατευμένο, ασφαλές πλαίσιο, όπως είναι αυτό που παρέχει το Playback.

Έτσι, το Playback είναι θεραπευτικό επίσης γιατί “γινόμαστε”, παίρνουμε φρεσκάδα και ανανέωση από την ίδια την διαδικασία της παράστασης.
Όχι τόσο γιατί “διδασκόμαστε” κάτι από τις ιστορίες των Άλλων, αλλά γιατί τις βάζουμε πλάι-πλάι με τις δικές μας και αναδεύεται η ύπαρξή μας, ώστε να κατανοούμε όψεις μας αόρατες ή απλά παραμελημένες.

Όπως και αν δούμε τις ιστορίες να γεφυρώνονται μεταξύ τους καθώς συνδημιουργούμε την παράσταση, όπως και να τις θεωρήσουμε να χορεύουν μέσα μας και ανάμεσά μας υφαίνοντας τους κόκκινους ιστούς τους, και ό,τι και αν είναι αυτό που ρέει στα συνδετικά τους κανάλια, μας αναζωογονεί, μας ωθεί να ξεπεράσουμε τη συνήθη, καθημερινή αίσθηση του Εαυτού μας.

Αυτή η κεντρική για μένα θεραπευτική λειτουργία του Playback, αν και δεν συμβαίνει με τη συστηματοποιημένη μεθοδολογία και το πλαίσιο μιας ψυχοθεραπείας, παραμένει σημαντικότατη.
Κι αυτό, γιατί το να πηγαίνει κάποιος πέρα από τη συνηθισμένη αίσθηση του Εαυτού του,  είναι μία καθοριστική συμβολή στην προσωπική του ανάπτυξη, στον εμπλουτισμό της επίγνωσής του, στην ικανότητα για βαθιά και ευλαβική αίσθηση της ίδιας της πολύτιμης και μοναδικής, δικής του, διαδρομής στη ζωή. 

(Δ7) Το Playback και οι “λύσεις”.

Κατά καιρούς, μερικοί υποστηρίζουν πως το Playback είναι θεραπευτικό γιατί ο αφηγητής, παρακολουθώντας την ιστορία του, βλέπει όψεις της που δεν είχε ποτέ σκεφτεί.
Και είναι γεγονός πως κάποιες φορές ο θεατής δηλώνει: “αυτό δεν μου είχε περάσει ποτέ από το νου…”. Μάλιστα, κάποιοι αφηγητές ζητούν να ανακύψουν από την εκδραμάτιση και προτάσεις – “λύσεις” για αδιέξοδα στα γεγονότα της ιστορίας τους.
Και μετά, συχνά ευχαριστούν τους ηθοποιούς, γιατί στην εκδραμάτιση είδαν μία διέξοδο που δεν είχαν φανταστεί.

Όμως όλα αυτά, κατά τη γνώμη μου, αν και συμβαίνουν, δεν στοιχειοθετούν αφεαυτών μία θεραπευτική λειτουργία του Playback – και βέβαια, σε καμία περίπτωση, μία ψυχοθεραπευτική, ή έστω συμβουλευτική.
Η αποκαλυπτική εμφάνιση μιας ξαφνικής προοπτικής κάποιου αδιεξόδου μας μέσα από το Playback (ή από μία φιλική συζήτηση), είναι κάτι αναμφίβολα σημαντικό.
Αλλά όχι γιατί το ίδιο το περιεχόμενο της αποκάλυψης είναι από μόνο του θεραπευτικό – με την έννοια ότι απλώς κάποιος λέει κάτι που δεν είχε φανταστεί ο αφηγητή μιλώντας για τα αδιέξοδά του.

Αυτό που είναι σημαντικό (και θεραπευτικό) είναι το ενδιαφέρον, ή έγνοια που εισπράττουμε καθώς αλληλεπιδρούμε.
Με άλλα λόγια, είναι σημαντικό το ίδιο το γεγονός μιας τέτοιας γνήσιας συνάντησης, όπου το μυαλό μας κατά κάποιον τρόπο “ανοίγει”, αφού στον ενδιάμεσο χώρο της συνάντησης δεν είμαστε μόνον εμείς.
Και καθώς κινούμαστε “μαζί” με τον Άλλον στο διευρυμένο πεδίο της κοινής δια-υποκειμενικής μας συνείδησης, είμαστε εμείς που “βλέπουμε” τις νέες δυνατότητες.

Πιθανότατα, αν είχαμε απλώς διαβάσει αυτό που αποκαλυπτικά μας φαίνεται πέρασμα, άνοιγμα στα αδιέξοδα και τις δυσκολίες, ή αν το είχαμε ακούσει από κάποιον αδιάφορο για μας άνθρωπο, να μην το αντιλαμβανόμασταν καν.  
Μέσα όμως στη δυναμική της αλληλεπίδρασης με τον άλλον, η συνάντηση δύο υποκειμένων διευρύνει με μη συνειδητούς τρόπους (για τους οποίους σήμερα γνωρίζουμε πολλά) τη συνείδηση του καθενός από τα δύο ή και περισσότερα πρόσωπα.

Όμως μέσα από τη διευρυμένη δια-υποκειμενική συνείδηση της συνάντησης με τον Άλλον, ουσιαστικά αντιλαμβάνομαι άδηλα έναν άλλον ορίζοντα ως προς τις δυνατότητες οργάνωσης της δομής του πεδίου της ζωής μου.
Και έτσι γίνεται πλέον ορατή μία κατεύθυνση διεξόδου από αυτό στο οποίο με θεωρούσα εγκλωβισμένο, όχι γιατί κάποιος μου τη φανερώνει, αλλά γιατί την αναδεικνύει η ίδια η διαδικασία της σχέσης μου με τον Άλλον.

Στη θεωρία της προσέγγισης Gestalt, κάθε πρόβλημα, κάθε δυσκολία, αντιστοιχεί σε κάποιον τρόπο ανα-διοργάνωσης του ευρύτερου πεδίου της ζωής μου, ο οποίος διαφεύγει της ατομικής μου οπτικής, λόγω των συστημάτων πεποιθήσεων και των προσωπικών αξιών μου.
Για παράδειγμα, λέμε “Είμαι απελπισμένος… δεν ξέρω τι να κάνω… (το αδιέξοδο). “Κουράστηκα πια να φροντίζω τον αδελφό μου, αλλά πάλι… τι να πεις… αδελφός είναι αυτός… πώς να τον παρατήσω…”.
Στα παραδείγματα αυτά φαίνεται καθαρά ότι είναι η ματιά μου στον κόσμο και οι επιλογές μου που δημιουργούν την υποκειμενική αίσθηση του αδιεξόδου.
Στην ουσία, είναι το προσωπικό μου σύστημα αξιών και πεποιθήσεων που με εμποδίζει να διακρίνω οποιαδήποτε λύση, οποιαδήποτε άλλη δυνατότητα οργάνωσης του πεδίου.

Στο Playback, δημιουργείται κατά την παράσταση μία διευρυμένη, μη συνειδητή δια-υποκειμενική συνείδηση, η οποία  λειτουργεί ιδιαίτερα έντονα, λόγω του όλου πλαισίου του Playback, το οποίο προστατεύει τoν ενδιάμεσο χώρο της συνάντησης των προσώπων της παράστασης.

Ωστόσο στο Playback δεν δίνονται λύσεις, συμβουλές.
Ουσιαστικά, το Playback λειτουργεί θεραπευτικά όχι γιατί φανερώνει κάτι, αλλά μόνο και μόνο γιατί παρέχει έναν χώρο αλληλεπιδράσεων και συναντήσεων, μέσα στον οποίο κάποιος έχει την ευκαιρία να νιώσει το πώς ο ίδιος πιθανά περιορίζει την προοπτική του σε αυτά που τον απασχολούν.
Θα λέγαμε ότι το Playback “επιτρέπει”, ευνοεί την αλλαγή, δεν την κατευθύνει.  
Το Playback λοιπόν δεν υποδεικνύει αλήθειες, αλλά συνιστά χώρο, ευκαιρία, για να δημιουργηθούν διαδικασίες που κάποια στιγμή ίσως οδηγήσουν σε προσωπικές ή και συλλογικές αλήθειες.

(Δ8) Το Playback και η ψευδαίσθηση της επουλωτικής “επανεγγραφής” της εμπειρίας – ένα πολύ ευαίσθητο ζήτημα…

Επίσης, συχνά υποστηρίζεται πως το Playback καθίσταται μία επουλωτική – θεραπευτική παρέμβαση όταν ο αφηγητής βλέπει ή ζητά ένα άλλο τέλος στην ιστορία του.
Όμως γενικότερα, μία νέα εμπειρία, όταν είναι σύντομη και όταν περιορίζεται στο γνωστικό επίπεδο, δεν μπορεί να “διαγράψει” προηγούμενες εμπειρίες.
Τα βιώματά μας είναι ολιστικά φαινόμενα.
Από μόνη της κάποια γνωστική επανεγγραφή τους, αφήνει αναλλοίωτο το συγκινησιακό κομμάτι της παλιάς εμπειρίας.

Επίσης, σήμερα, γνωρίζουμε πως για να δημιουργηθούν νέα νευρωνικά μονοπάτια και το παρόν να αναπλαισιώσει το παρελθόν, χρειάζονται για πάρα πολύ χρόνο συνεχείς και ολιστικές επανεγγραφές της εμπειρίας στο παρόν.
Επίσης, γνωρίζουμε ότι χρειάζονται καινούρια τωρινά βιώματα γύρω από τα προβληματικά θέματα, όπως και δομημένη ψυχοθεραπευτική δουλειά με την επίγνωση αυτών των βιωμάτων.

“Μα το Playback λειτουργεί έντονα βιωματικά, και πέρα από τη διάσταση της νόησης…” θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί.
Σύμφωνοι, αλλά αυτή η έντονη βιωματική διάσταση του Playback αφορά μόνον κάτι περιορισμένο: τη σύντομη εμπειρία της εκδραμάτισης – μία ολιγόλεπτη τριβή του θεατή με ό,τι του είναι απειλητικό ή τραυματικό. 

Ακόμη λοιπόν και αν κάνουμε την τραγική υπόθεση πως όλοι οι επί σκηνής ηθοποιοί είναι έμπειροι ψυχοθεραπευτές με τον ευγενή σκοπό να “θεραπεύσουν” τον αφηγητή, η επί σκηνής κατασκευή ενός “επουλωτικού σεναρίου”, θα ήταν παντελώς άχρηστη και ενδεχομένως κακοποιητική.

Στην ψυχοθεραπεία, οποιοδήποτε ψυχοθεραπευτικό αποτέλεσμα δεν είναι μόνο στο περιεχόμενο μιας συνεδρίας, δεν είναι σε κάτι που “συνιστά” ο ψυχοθεραπευτής, αλλά βασίζεται κυρίως στα όσα διαμείβονται κατά την εξέλιξη ολόκληρης της θεραπευτικής σχέσης διάρκειας.
Έτσι, ένα απλό “επουλωτικό σενάριο” από τον συντονιστή/ηθοποιό – “ψυχοθεραπευτή”, θα στηριζόταν σε ερμηνευτικές υποθέσεις και μαντείες για το τι “αληθινά” χρειάζεται να δει ο μέχρι τώρα άγνωστος αφηγητής, ή, ακόμη χειρότερα, σε υποθέσεις για το τι είναι καλύτερο γι’ αυτόν να δει.
Κάτι τέτοιο υποβαθμίζει πάραυτα τον αφηγητή σε παιδί που δέχεται συμβουλές, τον αντικειμενοποιεί, τον καθοδηγεί.

Για όλους αυτούς τους λόγους, πιστεύω βαθύτατα πως οποιαδήποτε θεώρηση βλέπει τα εναλλακτικά σενάρια του Playback ως ψυχοθεραπεία, είναι από τη βάση της ανυπόστατη, και εκτρέπει δραματικά το Playback από το διαλογικό του πλαίσιο, το όραμα και την αποστολή του.

Όταν ξανα-παίζεται μία ιστορία με κάποια άλλη τροπή των γεγονότων της, δεν συμβαίνει κάτι επουλωτικό ή θεραπευτικό επειδή ο αφηγητής “διορθώνει” ή εκτονώνει συγκινησιακά κάτι.
Άλλωστε, σήμερα, η κάθαρση δεν θεωρείται ότι προσφέρει κάτι ουσιαστικό από μόνη της, χωρίς να είναι μέρος κάποιου ευρύτερου ψυχοθεραπευτικού πλαισίου – αντίθετα, μπορεί να αποβεί εξαιρετικά επικίνδυνη.

Αυτό όμως που σίγουρα λειτουργεί θεραπευτικότατα στο Playback σε τέτοιες περιπτώσεις “παραλλαγής” του σεναρίου των ιστοριών, είναι το ίδιο το σχεσιακό γεγονός της επανάληψης της εκδραμάτισης – ανεξάρτητα από την όποια κάθαρση ή παραλλαγή των γεγονότων στη νέα σκηνική εκδοχή τους.
Ο αφηγητής, καταρχήν εισπράττει τη διαθεσιμότητα και την παρουσία του συντονιστή, των ηθοποιών, της αίθουσας ολόκληρης.
Νιώθει τον δια-υποκειμενικό χώρο της παράστασης να τον αγκαλιάζει, να αποδέχεται την ανάγκη του.
Νιώθει να είναι ορατός, σημαντικός, σεβαστός από τους Άλλους.
Κι ακόμη, νιώθει ότι ναι, όντως, υπάρχει η δυνατότητα να επανεγγράψει κάποτε την εμπειρία του, να της προσδώσει άλλο νόημα από το παρόν του.
Και, βέβαια, αντιλαμβάνεται ότι για κάτι τέτοιο, το μοίρασμα σε κάποιο κατάλληλο σχεσιακό πλαίσιο είναι εξαιρετικά σημαντικό.

Και έτσι, ναι, όντως, το Playback λειτουργεί θεραπευτικά, όμως μέσα από τη σχεσιακή του υπόσταση, και όχι γιατί διορθώνει κάτι σεναριακά.

(Δ9} ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ

Ακόμη και αν κάποιος δεν δεχτεί καμία από τις παραπάνω θεραπευτικές λειτουργίες του Playback, δεν μπορεί να αμφισβητήσει το γεγονός πως για πολλούς, όταν η παράσταση Playback εξελίσσεται με τη φυσική ροή της, μετά το τέλος της, έρχεται κάποιες φορές μια αίσθηση ολότητας.

Πιστεύω πως αυτή η αίσθηση ολότητας είναι ένα ευεργετικό αίσθημα “ανήκειν” σε κάτι ευρύτερο, μια “μήτρα” που δεν κρίνει, αλλά απλά παρέχει ευρυχωρία και ασφάλεια, ενώ ταυτόχρονα αγκαλιάζει και εμπεριέχει.
Είναι μία αίσθηση δυναμικής αρμονίας, ότι όλα είναι αλλιώς φανερά και “σωστά” στη θέση τους (όχι αναγκαία “καλά – ευχάριστα” ή ειρηνικά).  

Στην κλίμακα του ενιαίου πολυσώματου οργανισμού-παράσταση (αποτελούμενου από όλα τα παρόντα στην αίθουσα πρόσωπα, ηθοποιούς και θεατές), ίσως αυτή η αίσθηση να είναι ένας απόηχος της δια-υποκειμενικής συνείδησης που συνδημιούργησαν.
Ή, ένας απόηχος του σφυγμού, της λάμψης του ολικού δυναμικού όλων αυτών των ανθρώπων που συγκεντρώθηκαν και “συνομίλησαν” με το μυαλό και την καρδιά τους μέσα από τις ιστορίες που αφηγήθηκαν, άκουσαν, εκδραμάτισαν, παρακολούθησαν.

Και ταυτόχρονα, στην κλίμακα του κάθε ενός προσώπου, ίσως μετά την παράσταση συντονίζεται και αντηχεί κάτι από αυτό που ο Yontef (1993*) ορίζει σαν “πυρήνα”, “Αληθινό Εαυτό”: ό,τι δίνει στο κάθε πρόσωπο ένα “από καρδιάς” αίσθημα ταυτότητας.

Ή, ίσως στην αίσθηση που απομένει μετά την παράσταση σε κάθε πρόσωπο, να ηχεί συνολικά ό,τι είναι βαθύτατη αλήθεια για το ίδιο το πρόσωπο – αν το δούμε ως ένα εν δυνάμει ακέραιο όλον μέσα στην απεραντοσύνη του “παντός”.

*Yontef, G. (1993). Awareness, Dialogue and Process. Essays in Gestalt Therapy. Highland, New York: The Gestalt Journal Press, Inc.

Εγγραφή στο Newsletter

You can change your mind at any time by clicking the unsubscribe link in the footer of any email you receive from us, or by contacting us at [email protected]. We will treat your information with respect. For more information about our privacy practices please visit our website. By clicking below, you agree that we may process your information in accordance with these terms.

We use Mailchimp as our marketing platform. By clicking below to subscribe, you acknowledge that your information will be transferred to Mailchimp for processing. Learn more about Mailchimp's privacy practices here: https://mailchimp.com/legal/

 Newsletter Permissions * :