Πριν 4-5 χρόνια είχα καταλάβει πως είχε ακόμα μεγάλο νόημα
να γράφει κάποιος για την κρυμμένη κατάθλιψη των Χριστουγέννων, αντίθετα με την επιβαλλόμενη χαρά και την ατμόσφαιρα «οικογενειακής θαλπωρής».
Από τότε, έγραψα λοιπόν κι εγώ κάμποσα κάποια τέτοια κείμενα.
ΩΣΤΟΣΟ… φέτος, κάπως, κάτι γύρισε μέσα μου
κι ένιωσα ότι αυτές οι τόσο σημαντικές επισημάνσεις για τους γιορτινούς βιασμούς έγιναν πλέον ΜΟΔΑ…
Όλοι πια μιλούν, γράφουν και αναδημοσιεύουν σωρηδόν γι’ αυτό, ενώ κάμποσοι ψυχολόγοι σπεύδουν κυριολεκτικά να οργιάσουν στις σχετικές αναρτήσεις.
Τώρα, θα πει κάποιος, ότι αυτό είναι -ίσως- ένα βήμα. Όμως εγώ έχω άλλη άποψη.
Για μένα, ό,τι τολμηρό κι αιχμηρό γίνεται μόδα κι απλώς όλοι λένε γι’ αυτό χωρίς να συνδέονται ουσιαστικά με το νόημά του, αδρανοποιείται, στρογγυλεύεται καταναλωτικά κι ΕΝΙΣΧΥΕΙ αυτό που αρχικά χτυπούσε με την επαναστατικότητά του – το λέει κι η πιο πρόχειρη ματιά στην ιστορία.
Οπότε, το να μιλούμε όλοι για τα κρυμμένα συναισθήματα κάτω από τα τραπεζώματα των γιορτών
ΔΕΝ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΚΑΘΟΛΟΥ ΟΤΙ ΠΑΙΡΝΟΥΜΕ ΚΑΙ ΚΑΠΩΣ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΤΗΝ ΕΥΘΥΝΗ ΜΑΣ γι’ αυτά ή ότι κάνουμε κάτι διαφορετικό για την αυθεντικότητά μας από το να μιλούμε για το πόσο κρίμα είναι που τη χάσαμε…
Έτσι, όχι για να σνομπάρω,
αλλά επειδή κρίνω υποκειμενικά ότι η όποια κατάθλιψη των Χριστουγέννων απλώς μιλιέται χωρίς κανένα νόημα και, στο κάτω-κάτω επειδή έτσι το νιώθω, προτιμώ να σιωπήσω και να μην γράψω τίποτα για την «κατάθλιψη των Χριστουγέννων»…
Ας «εορτάσει» ο καθένας μας ό,τι θέλει κι όπως θέλει κι ας αναλογιστεί ουσιαστικά τις όποιες συνέπειες ή, αν προτιμά, ας τις καλύψει με μελομακάρονα και γαλοπούλες.
Εγώ, απλώς θα ευχηθώ
μακάρι να καταφέρνουμε, μέσα στο άγριο, το ακατανόητο και το θαυμαστό του κόσμου, πάντα να βρίσκουμε τόσο μέσα μας όσο και έξω μας πράγματα άξια να τα γιορτάζουμε… ακόμα κι όταν τα θρηνούμε…