Τί είναι αυτό που λέμε “νόημα”;
Είναι μόνο μια κατασκευή του μυαλού μας; Μια ιδέα; Κάτι αφηρημένο που ίπταται στον νοητικό μας χώρο, αποκομμένο από κάθε υλικό μας κομμάτι;
Σήμερα, γνωρίζουμε ότι συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο… Το ΤΕΛΙΚΟ νόημα όσων βιώνουμε είναι πολύ περισσότερο συγκινησιακό (άρα σωματικής προελεύσεως) και όχι νοητικό…
Η μοναδικότητα της εμπειρίας μας οφείλεται στο ότι το σώμα μας παράγει άμεσα και ακατάπαυστα διάφορα μη συνειδητά βιωματικά στοιχεία, προορισμένα να σφραγίζουν την ΚΑΘΕ μία στιγμή μας.
Και μάλιστα, αυτό συμβαίνει ΕΝΟΣΩ αυτή η στιγμή συντίθεται, καθιστώντας την έτσι απολύτως μοναδική.
Αυτά δε τα βιωματικά στοιχεία οφείλονται στην ικανότητα του εγκεφάλου μας να μεταφράζει σε ελάχιστες μη συνειδητές μικροσυγκινήσεις (“affects”), ό,τι ερεθίσματα εισρέουν ακατάπαυστα μέσω των αισθήσεών μας.
Δηλαδή, οτιδήποτε από την πραγματικότητα εισέρχεται μέσα μας δια των πυλών των αισθήσεων, παράγει μια ΕΛΑΧΙΣΤΗ και ΜΗ ΣΥΝΕΙΔΗΤΗ μικρο-διέγερση.
Η ροή αυτών των μικρο-διεγέρσεων, είναι και ο κόσμος ολόκληρος ενός μωρού, ενός σκυλιού, μιας γάτας, οποιουδήποτε ζώου με ανάλογο εγκέφαλο, ο οποίος είναι ΜΟΝΟ συγκινησιακής υφής (αφού δεν υπάρχει συνείδηση για να ονομάσει, να “δει”, να παρατηρήσει ό,τι συμβαίνει σ’ αυτήν τη ροή).
***Το συγκινησιακό νόημα.
Η πρώτη λοιπόν “μαγιά” των βιωμάτων μας:
(α) γεννιέται στα έσχατα βάθη της βιολογικής μας δομής,
(β) ενέχει μία ελάχιστη συγκινησιακή φόρτιση,
(γ) δημιουργείται μόλις κάποιο ερέθισμα αγγίξει το σώμα μας, ΠΡΟΤΟΥ καν αυτό το ερέθισμα υποστεί περαιτέρω επεξεργασία από τον νου και τη συνείδησή μας.
Και μόνο που είμαι ζωντανός και αναπνέω, γεννιέται αυτομάτως κάποιο “νόημα” συγκινησιακής χροιάς, πέρα από ό,τι συλλαμβάνει ο νους μου και πέρα από το πόσο ασήμαντο αυτό μπορεί να φαντάζει μπροστά στα καθημερινά μου άγχη.
Αυτό το πρωταρχικό ελάχιστο συγκινησιακό νόημα δεν έχει τίποτα να κάνει με τις στιγμές που στοχάζομαι για το νόημα της ζωής ή το νόημα του να καπνίζω ή του να αγαπώ και πώς να αγαπώ ή του να πάω σινεμά και σε ποιο έργο ή του να σου τηλεφωνήσω τώρα και όχι αύριο· αφορά μόνο μία θεμελιώδη “γεύση” ζωής που έχει κάθε αναπνοή μου.
***Το γνωστικό νόημα.
Κάθε μόλις σχηματισμένο πρωτόγονο βίωμά μου υφίσταται στη συνέχεια, σταδιακά, όλο και περισσότερη επεξεργασία.
Με άλλα λόγια, από τα αόρατα υπόγεια εργαστήρια της εμπειρίας μου, ανεβαίνει στα θαυμαστά διαμερίσματα του νου και της συνείδησης.
Εκεί, γίνεται τελικά μία ακόμη στιγμή μου, ένας ακόμη πολύτιμος λίθος του προσωπικού μου κόσμου. Εκεί, τα πράγματα αποκτούν επίσης “γνωστικό νόημα” – δηλαδή κάποιο “σχήμα” στον νου μου (μία “ετικέτα” αναγνωρίσιμη από τη συνείδησή μου).
Για παράδειγμα, είναι ώρα που χωρίς σχεδόν να το καταλαβαίνω, είμαι ανήσυχος.
Στριφογυρίζω στην καρέκλα μου, δεν ξέρω τι θέλω.
Ώσπου σε μια στιγμή, ξαφνικά, λέω: “κάτι με ενοχλεί εδώ, θέλω να φύγω όσο πιο γρήγορα γίνεται”.
Ένα βίωμα που άρχισε να πρωτοσχηματίζεται στο σώμα μου ως μία διάχυτη κατάσταση, “ανέβηκε” στον νου μου, όπου έγινε συγκεκριμένο και ονομάστηκε από τη συνείδησή μου.
***Το τελικό ψυχολογικό νόημα.
Έτσι, θα λέγαμε ότι μέσω της σύμπραξης νόησης και άμεσης μικροσυγκίνησης, τα πράγματα αποκτούν και το τελικό τους “ψυχολογικό νόημα”.
Το αποτέλεσμα είναι πως κάποιο απλό ερέθισμα που συλλαμβάνουν πρωτογενώς οι αισθήσεις μας, γίνεται ένας ακόμη κρίκος της αλυσίδας των βιωμάτων μας· μεταποιείται σε λιθαράκι του προσωπικού μας κόσμου.
Κι αυτό συμβαίνει καθώς το πρώτο μη συνειδητό συγκινησιακό του νόημα γίνεται σιγά-σιγά πλεξίδα με το σχήμα που αποκτά στη συνείδησή μας.
Το τελικό ψυχολογικό νήμα της εμπειρίας μου αναφέρεται επίσης σε ένα σωρό άλλα μοναδικά συστατικά της συγκεκριμένης κατάστασης: στον τόνο, τον ρυθμό και το χρώμα της φωνής σου, στο τι μου γεννούσε ο κάθε ένας στίχος, στο τι γίνεται γύρω μας και μέσα μας κοκ. Και βέβαια, εννοείται πως ακόμα και για μία απλή καλημέρα, ισχύει κάτι ανάλογο.
Συμπερασματικά,
το τελικό ψυχολογικό νόημα των βιωμάτων μας:
(α) είναι αποτέλεσμα θαυμαστής σύμπραξης νου και σώματος,
(β) είναι ΚΑΙ γνωστικό ΚΑΙ συγκινησιακό,
(γ) σμιλεύεται τόσο σε συνειδητές όσο και σε μη συνειδητές περιοχές μας.
Όταν έχουμε κάθε τόσο απρόσμενες και ανεξήγητες για τον συνειδητό μας νου εισβολές διαθέσεων ή στιγμιαίων, ακαθόριστων και φευγαλέων σκιρτημάτων, δεν είναι κάτι μεταφυσικό. Το “δεν ξέρω τι μ’ έπιασε και νιώθω έτσι” ή το “δεν φαντάζεσαι πόσο πολύ θέλω τώρα ένα παγωτό… κι ας είμαι χορτάτος…” ή το “έτσι μου ήρθε, δεν ξέρω γιατί” ή το “λοιπόν, έχω ξαφνικά μία έμπνευση…”, όλα αυτά, γεννιούνται από ελάχιστες μικρομεταβολές στο μη συνειδητό κανάλι του συγκινησιακού νοήματος, οι οποίες κάποια στιγμή, μέσω συνεχούς επεξεργασίας, “εμφανίζονται” και στο συνειδητό κανάλι του γνωστικού νοήματος.
Μάλιστα, το 88% περίπου της κάθε εμπειρίας μας είναι μη συνειδητό (ενσώματο και συγκινησιακό), ενώ μόλις περίπου ένα 12% είναι νοητικό και συνειδητό!
Σκεφτείτε: “τζάμπα” μαλώνουμε και καβγαδίζουμε και πάμε να πείθουμε διαρκώς ο ένας τον άλλον για το δίκιο μας… παλεύουμε μόνο για ένα κακόμοιρο 12% των όσων συμβαίνουν ανάμεσά μας… αφού αυτά διαμορφώνονται 88% στα μη συνειδητά υπόγειά μας (φυσικά, τα ποσοστά αυτά είναι σχετικά).
Το κείμενο αυτό βασίζεται σε ιδέες του βιβλίου μου