Ποιος δημιούργησε ποιον; Το ανώτερο το κατώτερο ή αντίστροφα;

***Το θεωρητικό μέρος αυτού του κειμένου βασίζεται σε υλικό του βιβλίου μου “Ο ΧΟΡΟΣ ΤΩΝ ΘΑΥΜΑΤΩΝ: ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΤΑΞΙΔΙΑ ΣΤΑ ΜΙΚΡΑ ΒΗΜΑΤΑ”.
Κι ακόμη, το  κείμενο αυτό γράφτηκε με αφορμή τη διαφωνία μου για μία σκέψη του Κου Μάνου Δανέζη

Διάβασα πρόσφατα την ανάρτηση του Κου Μάνου Δανέζη με τίτλο “Το πείραμα του κουτιού και ο άνθρωπος” – βρίσκεται εδώ:

https://www.facebook.com/vass.bala/posts/2096350340476485?notif_id=1564384139129928&notif_t=nf_share_story

Η βασική διαφωνία μου με την τοποθέτησή του είναι και η αιτία γι’ αυτή τη Σημείωση.

Ο Κος Δανέζης, αν καταλαβαίνω καλά, μεταξύ των άλλων καταλήγει στο συμπέρασμα πως ο τρόπος μας να αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα με τα όρια των ανθρώπινων δυνατοτήτων, μας κάνει να “έχουμε την αίσθηση ότι γύρω μας, σε όλα τα επίπεδα, επικρατεί το χάος, αταξία και οτιδήποτε συμβαίνει γύρω μας είναι εκτός ελέγχου και λογικής.
Η αίσθηση του τυχαίου, μας δημιουργεί αισθήματα φόβου εφόσον τα γεγονότα φαίνονται να εξελίσσονται χωρίς κανόνες”.
Οπότε, αν βγούμε από το “κουτί” της περιορισμένης αντίληψής μας, εκτός των άλλων συμπερασμάτων στα οποία καταλήγει ο Κος Δανέζης, είναι και το ότι θα μπορέσουμε να αντιληφθούμε πως υπάρχει κάποιος “νόμος” που μας κατευθύνει προς έναν ανώτερο σκοπό.
Προσωπικά, έχω τη γνώμη ότι το “κάτω” επίπεδο της ανάρτησης του Κου Δανέζη είναι

όχι μόνο μεταφυσικής αλλά θεολογικής (έστω, με την ευρεία έννοια) υφής, και συνιστά μία προτροπή προς την πνευματικότητα (ως έναν ανώτερο σκοπό).

Με άλλα λόγια, αν δεχτώ πως ό,τι μου φαίνεται τυχαίο και άναρχο διέπεται από κάποιους νόμους που απλώς εγώ δεν κατανοώ, τότε, μπορώ να δω αλλιώς το ακατανόητο και να ησυχάσω εμπιστευόμενος τη ροή των πραγμάτων, όποια κι αν είναι αυτή, γιατί πηγαίνουν προς έναν “ανώτερο” σκοπό.

Πράγματι, στην καθημερινότητα είμαστε γεμάτοι από εκφράσεις του είδους “τίποτα δεν είναι τυχαίο”, “όλα για κάποιον λόγο γίνονται”, “τι θέλει να μου πει αυτό ή εκείνο το γεγονός” κλπ.
Ωστόσο, κατ’ εμέ και, τονίζω, μόνο κατά την προσωπική μου στάση στα πράγματα, όλα αυτά είναι τερτίπια του νου μας και προσπάθειες να αντέξουμε ακριβώς το ακατανόητο της ύπαρξης, της ζωής και του σύμπαντος, ανάγοντας τα πάντα σε κάτι “ανώτερο”, το οποίο “ξέρει” και κατευθύνει – ασχέτως αν εμείς δεν καταλαβαίνουμε γρυ από αυτά που “ξέρει” το “ανώτερο”.

Το ΠΡΩΤΟ

που θέλω εδώ να σημειώσω είναι ότι η φυσική είναι κάτι υπέροχο και θαυμαστό. Και, ναι, σχετίζεται με τη φιλοσοφία, αλλά σε καμία περίπτωση και για άπειρους λόγους (που δεν γίνεται να αναπτυχθούν εδώ), η φυσική ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΘΕΙ ΩΣ ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ.

Προσωπικά, δεν βλέπω με καθόλου καλό μάτι αυτήν την τάση (που συχνά πλέον γίνεται μόδα) να χρησιμοποιούνται στοιχεία της φυσικής όχι για να προωθήσουν ή να πλαισιώσουν αλλά για να “αποδείξουν” φιλοσοφικές υποθέσεις – η κβαντική ιδιαίτερα φυσική έχει κακοποιηθεί και κακοποιείται κατ’ επανάληψη μ’ αυτόν τον τρόπο.

Το ΔΕΥΤΕΡΟ

που θέλω εδώ να σημειώσω είναι, για τον τυχόν ενδιαφερόμενο, κάποια αποσπάσματα από το βιβλίο μου “Ο χορός των θαυμάτων: τα μεγάλα ταξίδια στα μικρά βήματα”, ανοίγοντας λίγο το πλαίσιο του προβληματισμού για το “ανώτερο” και ως μία αντιπρόταση (και απάντηση) στη σκέψη του Κου Δανέζη.   

Η κεντρική ιδέα αυτών των αποσπασμάτων είναι πως τα φυσικά συστήματα, γενικότερα, οργανώνονται φέτες-φέτες, σε πολλά επίπεδα.
Στα “ανώτερα” (χωρίς καμία ηθική διάσταση η λέξη) η οργάνωση είναι συνθετότερη, στα “κατώτερα” λιγότερο σύνθετη.
Μία ΑΝΑΓΩΓΙΚΗ σκέψη θέλει τα ανώτερα να προ-υπάρχουν από μόνα τους ανεξάρτητα από τα κατώτερα, των οποίων ο προορισμός είναι, αν και δεν καταλαβαίνουν το ανώτερο, να αναπτύσσονται προς το ανώτερο.

Δηλαδή, ο σκοπός προ-υπάρχει “επάνω” ανεξάρτητα από τα “κάτω”, δημιούργησε τα κάτω και το επάνω μπορεί να καταλάβει τους νόμους του κάτω, ενώ δεν ισχύει το αντίστροφο. 
Αντιθέτως, μία ΟΛΙΣΤΙΚΗ σκέψη, θεωρεί ότι το ανώτερο δεν προ-υπάρχει αλλά παράγεται από το κατώτερο, καθώς το κατώτερο αυτο-οργανώνεται όλο και περισσότερο

Δηλαδή, ο σκοπός δεν υπάρχει από μόνος του, αλλά δημιουργείται καθώς τα κάτω εξελίσσονται όλο και περισσότερο.
Τελικά, το πείραμα του κουτιού, για μένα, όταν τοποθετείται σε ένα φιλοσοφικό πλαίσιο και “διαβάζεται” αναγωγικά, παρουσιάζει μονομερώς και μάλλον κάπως χειριστικά, μία μεταφυσική αναγωγική αντίληψη.

Έτσι, προτρέπει εμμέσως σε σκέψεις περί “ανώτερου” σκοπού, δημιουργώντας μία πόλωση και προσδίδοντας στην πνευματικότητα μία “ηθική” διάσταση. Και κάθε θεολογική σκέψη και επιλογή της πνευματικής οδού είναι ζήτημα προσωπικό, σαφώς, όμως διαφωνώ όταν αυτό γίνεται όπως στη συγκεκριμένη ανάρτηση.

Φυσικά, περί ορέξεως κολοκυθόπιτα, και σαφώς τίποτα δεν είναι “αντικειμενικά” πιο “σωστό” από οτιδήποτε άλλο.
Απλώς, πιστεύω ότι είναι σκόπιμο να ακούγονται όλες οι φωνές – να γιατί έφτιαξα αυτήν τη Σημείωση.


Τα σχετικά αποσπάσματα του βιβλίου μου, στα οποία στηρίζω όλα αυτά, είναι τα εξής:
[1] Η  ΑΝΑΓΩΓΙΚΗ ΣΚΕΨΗ=  το ανώτερο προ-υπάρχει ως σκοπός, ενώ το όλον δεν αλληλεπιδρά με τα μέρη του

Στον αναγωγισμό, η δομική συνθετότητα έχει επίσης φορά από κάτω προς τα πάνω. Όμως το όλον δεν σχετίζεται δυναμικά με τα τμήματά του. Παραμένει ανεπηρέαστο από όσα συμβαίνουν στο κάθε τμήμα, είναι η αιτία τους και επαρκεί για να τα εξηγήσει πλήρως· οπότε, στον αναγωγισμό, οι κανόνες του συνόλου είναι αρκετοί για να καταλάβουμε τα μέρη του – γενικά, ό,τι ισχύει σε μία κατηγορία ισχύει και για το κάθε μέρος της (οι μετανάστες κλέβουν, αυτός είναι μετανάστης, άρα είναι κλέφτης).

Επιπλέον, στον αναγωγισμό, το ανώτερο θεωρείται ως ένας προϋπάρχον σκοπός, ο οποίος δημιουργεί το κατώτερο. Το δε κατώτερο, προκειμένου να “καταλάβει” πώς δημιουργήθηκε, αποκτά λόγο ύπαρξης μέσω του προορισμού του να είναι μέρος κάποιου ήδη εν δράσει ευρύτερου σχεδίου· υπηρετεί το ανώτερο, το οποίο είναι και ο κυρίαρχος ρυθμιστικός παράγοντας, χωρίς να επιτρέπει στις εξελίξεις τις επιδράσεις του κατώτερου. Οπότε, τα πράγματα διαθέτουν μία προϋπάρχουσα ουσία ανεξάρτητη από τη φυσική τους διάσταση και, είναι η νόηση αυτή η οποία φέρει την ευθύνη για τη δημιουργία των δομών που επεξεργάζονται την εμπειρία σε κατώτερα υλικά επίπεδα.

Με άλλα λόγια, μέσω του αναγωγισμού, φτάνουμε στις μέχρι πρόσφατα ισχύουσες πεποιθήσεις περί της ύπαρξης, οι οποίες δεν χωρούσαν ένα σχεσιακό Εαυτό· σύμφωνα με αυτές τις πεποιθήσεις, η σκέψη προηγείται της άμεσης και ζωντανής εμπειρίας, η συνείδηση παράγει τον φυσικό κόσμο, ο Εαυτός είναι η ίδια η συνείδηση, μία αυτόνομη, άυλη, πνευματική οντότητα, ανεξάρτητη από όλα τα άλλα επίπεδα της υπόστασής μας ή από τη φυσική πραγματικότητα.

Με αυτή τη λογική (η οποία χαρακτηρίζει και μία θεϊστική αντίληψη), ανεβαίνοντας τα επίπεδα “σκαλί-σκαλί” από την ύλη στο πνεύμα, θα φτάσουμε αναγκαστικά στην αυτόνομη πνευματική διάσταση του καθενός μας αποκομμένη από τη σωματική του και, μετά, στην ύπαρξη ενός απόλυτου σκοπού άσχετου από την ύλη· θα φτάσουμε σε ένα πρωταρχικό και προϋπάρχον ανώτατο ον, το οποίο είναι ο δημιουργός και ο “λόγος” (ο σκοπός) ύπαρξης όλων των άλλων – μία πρωταρχική συνείδηση, από την οποία γεννήθηκαν όλες οι άλλες συνειδήσεις καθώς και η ίδια η φύση.

[2] Η ΟΛΙΣΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ= το ανώτερο δημιουργείται από τα κατώτερα και δεν προ-υπάρχει ως σκοπός, ενώ το όλον αλληλεπιδρά διαρκώς με τα μέρη του

Αν και κάθε ανώτερο επίπεδο οργάνωσης των συστατικών ενός συστήματος  εμπεριέχει όλα τα κατώτερα, δεν μπορεί να τα περιγράψει και να τα εξηγήσει λεπτομερώς. Από την άλλη πλευρά, το κάθε κατώτερο επίπεδο, αν και συμμετέχει δομικά στη δημιουργία του ανώτερου, δεν επαρκεί για να περιγράψει όλες τις διαστάσεις του (δεν “χωρά” την έννοια της ολότητας του ανώτερου).

Για παράδειγμα, ο σύνθετος τρόπος που κινείται ολόκληρο το σώμα μου δεν μπορεί να περιγράψει τι συμβαίνει μεμονωμένα (“τοπικά”) στο επίπεδο μιας άρθρωσής μου, αλλά και όσα συμβαίνουν σε μία άρθρωση, δεν συμπυκνώνουν την ολότητά του σώματός μου ούτε περιγράφουν ή εξηγούν τη λειτουργία του ως ένα όλον.

Αντίστοιχα, μία συγκεκριμένη βίδα του μηχανισμού ενός πλήκτρου του πιάνου παίζει ένα ρόλο στην κίνηση του πλήκτρου, αλλά δεν γνωρίζει (και δεν χρειάζεται να γνωρίζει) ότι εξυπηρετεί αυτήν την κίνηση· ή, αν θεωρήσουμε όλα τα πλήκτρα ενός πιάνου ως ένα υποσύνολο, “δεν γνωρίζουν, ούτε και χρειάζεται να το γνωρίζουν, ποιο κομμάτι εκτελείται με αυτά […] Με τον ίδιο τρόπο, οι νευρώνες μας αγνοούν ότι εμπλέκονται στις σκέψεις που κάνουμε αυτή τη στιγμή, και τα μυρμήγκια αγνοούν ότι αποτελούν μέρος του ευρύτερου σχεδίου της μυρμηγκοφωλιάς τους” (Hofstadter, 1981, σ. 225).

Συμπερασματικά,

ανεξάρτητα από το ότι κάθε ανώτερο επίπεδο συνθετότητας εμπεριέχει τα κατώτερα, το κάθε επίπεδο συνιστά έναν κόσμο με τους δικούς του νόμους, οι οποίοι διαφέρουν από αυτούς των άλλων επιπέδων.

Αν και η δομική συνθετότητα έχει φορά από κάτω προς τα πάνω (κάθε ανώτερο επίπεδο οργάνωσης εμπεριέχει όλα τα κατώτερα), αυτό δεν σημαίνει αναγκαία ότι και η αιτιότητα πρέπει να πηγαίνει από κάτω προς τα επάνω – ότι κάθε ανώτερο επίπεδο είναι ένας είδος “σκοπού” για τα κατώτερα, τα οποία υπάρχουν για να δημιουργήσουν τα ανώτερα.

Τα μέρη ενός οποιουδήποτε υποσυνόλου του όλου αλληλεπιδρούν μεταξύ τους μόνο και μόνο γιατί συνδέονται μεταξύ τους και, επειδή τα πάντα διαρκώς κινούνται και μεταβάλλονται, οι αλληλεπιδράσεις αυτές είναι φυσική συνέπεια κίνησης και μεταβολών, χωρίς να χρειάζονται κάποια άλλη ανώτερη αιτία.

Δηλαδή, όσα συμβαίνουν σε κάθε επίπεδο οργάνωσης, συμβαίνουν απλώς επειδή είναι φυσικό να συμβαίνουν. Κάποια στιγμή, μέσω των τυχαίων διαδράσεων, οι διαδικασίες αυτοοργάνωσης σε αυτό το επίπεδο προκαλούν την εμφάνιση μιας ικανότητας οργάνωσης σε ένα ανώτερο επίπεδο· είναι σαν τα κατώτερα επίπεδα να αυτο-υπερβαίνονται μέσω της διαρκούς αυτοοργάνωσης, χωρίς κάποια μεταφυσική ανώτερη αιτία.

Στην ουσία, τα κατώτερα επίπεδα “δημιουργούν” (παράγουν) ένα ανώτερο επίπεδο μόνο και μόνο αλληλεπιδρώντας,

χωρίς “πρόθεση” να το δημιουργήσουν και χωρίς αυτό να προϋπάρχει ως κάποια αφηρημένη ιδέα, η οποία προκαλεί, από έναν μεταφυσικό χώρο, την υλοποίησή της.
Το χέρι μου ως όλον δεν προϋπήρχε σε έναν αφηρημένο χώρο, από όπου δημιούργησε μυς και τένοντες για να αποκτήσει υλική υπόσταση.

Έτσι, αν εγκαταλείψουμε την αναγωγική σκέψη, τότε μάλλον ο κόσμος “είναι ο ίδιος η αιτία του εαυτού του”, γι’ αυτό και είναι ο κόσμος που δημιούργησε “το ανθρώπινο πνεύμα και δεν δημιουργήθηκε από αυτό. Η τελεολογική ύπαρξη του κόσμου δεν ήταν η ύπαρξη της νόησης. Αντίθετα, οι νόμοι του κόσμου δημιούργησαν τη νόηση” (Μπιτσάκης, (όπως παραπέμπει ο Φαρμάκης, 2013, σ. 64, 67).

Θα λέγαμε ότι στον αναγωγισμό η αιτιότητα προχωρεί από κάτω προς τα επάνω, ενώ στον ολισμό η αιτιότητα είναι σαν να ανακύπτει εκ των υστέρων, σαν να απλώνεται από πάνω προς τα κάτω αναδρομικά, μόνο αφού δημιουργηθεί το ανώτερο από τα κατώτερα (Hofstadter, 1981).

Αν και ο καθένας μπορεί ασφαλώς να έχει τις δικές του αναζητήσεις περί κάποιας πρωταρχικής πνευματικής και ανώτερης αιτίας πίσω από την ύπαρξή του, όταν υιοθετείται μία ολιστική προσέγγιση, αυτή η θεώρηση δεν είναι αναγκαία αλλά μόνο ζήτημα επιλογής ή/και πίστης.


Εάν ενδιαφέρεστε για τη ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μου.

Εγγραφή στο Newsletter

You can change your mind at any time by clicking the unsubscribe link in the footer of any email you receive from us, or by contacting us at [email protected]. We will treat your information with respect. For more information about our privacy practices please visit our website. By clicking below, you agree that we may process your information in accordance with these terms.

We use Mailchimp as our marketing platform. By clicking below to subscribe, you acknowledge that your information will be transferred to Mailchimp for processing. Learn more about Mailchimp's privacy practices here: https://mailchimp.com/legal/

 Newsletter Permissions * :